μυθιστοριογράφος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η μυθιστοριογράφος οι μυθιστοριογράφοι
      γενική του/της μυθιστοριογράφου των μυθιστοριογράφων
    αιτιατική τον/τη μυθιστοριογράφο τους/τις μυθιστοριογράφους
     κλητική μυθιστοριογράφε μυθιστοριογράφοι
Κατηγορία όπως «ζωγράφος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μυθιστοριογράφος < μυθιστορί(α) + -ο- + -γράφος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μυθιστοριογράφος αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]