νανουρίζομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
νανουρίζομαι < παθητική φωνή του ρήματος νανουρίζω

νανουρίζομαι

→ δείτε τη λέξη νανουρίζω