ναυαγέ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

ναυαγέ αρσενικό ή θηλυκό



Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

ναυαγέ