ναυτικά μίλια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος πολυλεκτικού όρου
[επεξεργασία]ναυτικά μίλια ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ναυτικό μίλι
ναυτικά μίλια ουδέτερο