νεκρολίβανο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ne.kɾoˈli.va.no/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : νε‐κρο‐λί‐βα‐νο
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]νεκρολίβανο ουδέτερο
- (παρωχημένο, λογοτεχνικό) λιβάνι το οποίο καίγεται σε κηδεία για τον νεκρό
- ※ Γεράματα! Γεράματα! Ποια θέληση, ποιο χέρι / μες στη λαμπάδα της ζωής φυτεύει τ’ αγιοκέρι; / Kαι ποια ποτέ ζευγάρωσεν αγνώριστη θεότης / κρυφά το νεκρολίβανο με τον ανθό της νιότης;
- Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, Φωτεινός
- ※ Γεράματα! Γεράματα! Ποια θέληση, ποιο χέρι / μες στη λαμπάδα της ζωής φυτεύει τ’ αγιοκέρι; / Kαι ποια ποτέ ζευγάρωσεν αγνώριστη θεότης / κρυφά το νεκρολίβανο με τον ανθό της νιότης;
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] νεκρολίβανο
|
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ νεκρολίβανο - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σίδερο' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα νεκρο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ο (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Παρωχημένοι όροι (νέα ελληνικά)
- Λογοτεχνικό ύφος (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα ποίησης (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)