νεκρομαντείο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το νεκρομαντείο τα νεκρομαντεία
      γενική του νεκρομαντείου των νεκρομαντείων
    αιτιατική το νεκρομαντείο τα νεκρομαντεία
     κλητική νεκρομαντείο νεκρομαντεία
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
νεκρομαντείο < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

νεκρομαντείο ουδέτερο

  • μαντείο της αρχαιότητας όπου υποτίθεται ότι συναντιόταν κανείς με τις ψυχές των νεκρών και μαθαινε το μέλλον

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]