νεοανθρωπισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο νεοανθρωπισμός οι νεοανθρωπισμοί
      γενική του νεοανθρωπισμού των νεοανθρωπισμών
    αιτιατική τον νεοανθρωπισμό τους νεοανθρωπισμούς
     κλητική νεοανθρωπισμέ νεοανθρωπισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
νεοανθρωπισμός < νεο- + ανθρωπισμός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική neohumanism)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

νεοανθρωπισμός αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]