νεορεαλιστικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- νεορεαλιστικά < νεορεαλιστικός + -ά
Επίρρημα
[επεξεργασία]νεορεαλιστικά
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] νεορεαλιστικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]νεορεαλιστικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του νεορεαλιστικός