νεορομαντισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- νεορομαντισμός < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική neoromanticism. Αναλύεται σε νεο- + ρομαντ- + -ισμός
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]νεορομαντισμός αρσενικό
- (τέχνη) καλλιτεχνική κίνηση που εμφανίστηκε στις αρχές του εικοστού αιώνα της οποίας κύρια χαρακτηριστικά είναι η νοσταλγία και η φαντασία
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] νεορομαντισμός
|
Κατηγορίες:
- Επέκταση
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα νεο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ισμός (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Τέχνες (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)