νευρολογικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]νευρολογικά < νευρολογικός + -ά
Επίρρημα
[επεξεργασία]νευρολογικά
- από την πλευρά της νευρολογίας
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] νευρολογικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]νευρολογικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του νευρολογικό