νιτρογλυκερίνη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]νιτρογλυκερίνη θηλυκό
- ελαιώδες εκρηκτικό υγρό με χημικό τύπο C3H5(ONO2)3 το οποίο προέρχεται από αντίδραση γλυκερόλης (κοιν. γλυκερίνης) και μίγμα νιτρικού και θειικού οξέος, πρώτη ύλη σε εκρηκτικά
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] νιτρογλυκερίνη
|