ξανθοφύλλη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ξανθοφύλλη < απόδοση στα ελληνικά της λέξης xanthophyll < ξανθός και φύλλο

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ξανθοφύλλη θηλυκό (πιο σύνηθες στον πληθυντικό: ξανθοφύλλες)

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]