ολοχρονίς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ολοχρονίς < φράση όλ(ος) + -ο- + χρόν(ος) + -ίς (δείτε και αρχαία ελληνική ὁλοχρόνιος)

Επίρρημα

[επεξεργασία]

ολοχρονίς

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]