ομορφάντρας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ομορφάντρας < όμορφος + άντρας

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ομορφάντρας αρσενικό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]