οπωροφόρων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

οπωροφόρων

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

οπωροφόρων αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο