ούρτσουλο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ούρτσουλο < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ούρτσουλο ουδέτερο

  • (κεφαλονίτικο ιδίωμα) κρύο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]