παζαρλίκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το παζαρλίκι τα παζαρλίκια
      γενική
    αιτιατική το παζαρλίκι τα παζαρλίκια
     κλητική παζαρλίκι παζαρλίκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
παζαρλίκι < (άμεσο δάνειο) τουρκική pazarlιk + < pazar < περσική بازار (bâzâr) < μέση περσική wʾčʾl (wāzār, αγορά)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pa.zaɾˈli.ci/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

παζαρλίκι ουδέτερο

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]