παλμικώς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]παλμικώς
- με παλμούς
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη παλμός
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] παλμικώς
|