παπαδοκρατούμαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- παπαδοκρατούμαι < παπαδοκρατία + -ούμαι
Ρήμα
[επεξεργασία]παπαδοκρατούμαι
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] παπαδοκρατούμαι
|