παρακάνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
παρακάνω < παρά + κάνω

παρακάνω

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]