παρακαλεσμένος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- παρακαλεσμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου παρακαλώ
Μετοχή
[επεξεργασία]παρακαλεσμένος, -η, -ο
- → δείτε τη λέξη παρακαλώ
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] παρακαλεσμένος
|