παραμετροποιήσεις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

παραμετροποιήσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος παραμετροποιώ
  2. θα παραμετροποιήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος παραμετροποιώ

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

παραμετροποιήσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του παραμετροποίηση