παραπονιάρα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | παραπονιάρα | οι | παραπονιάρες |
γενική | της | παραπονιάρας | — | |
αιτιατική | την | παραπονιάρα | τις | παραπονιάρες |
κλητική | παραπονιάρα | παραπονιάρες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]παραπονιάρα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του παραπονιάρης