πενηντάδραχμο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- πενηντάδραχμο < πενήντα + -δραχμο • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πενηντάδραχμο ουδέτερο
- κέρμα ή χαρτονόμισμα αξίας πενήντα ελληνικών δραχμών. Κυκλοφορούσε μέχρι το 2002, οπότε αποσύρθηκε καθώς η δραχμή αντικαταστάθηκε από το ευρώ