πεπονοειδή
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | πεπονοειδή | ||
γενική | των | πεπονοειδών | ||
αιτιατική | τα | πεπονοειδή | ||
κλητική | πεπονοειδή | |||
Κατηγορία όπως «αιλουροειδές» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- πεπονοειδή < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου πεπονοειδής
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πεπονοειδή ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
Υπώνυμα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη πεπόνι
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] πεπονοειδή
|