πετάω λεφτά απ' το παράθυρο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πετάω λεφτά απ' το παράθυρο < → δείτε τη λέξη πετάω στη σημασία: ρίχνω, λεφτά, απ' (από), το & παράθυρο στην αιτιατική ενικού

Έκφραση[επεξεργασία]

πετάω λεφτά απ' το παράθυρο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]