πικροδάφνη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Πικροδάφνη
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πικροδάφνη οι πικροδάφνες
      γενική της πικροδάφνης των πικροδαφνών
    αιτιατική την πικροδάφνη τις πικροδάφνες
     κλητική πικροδάφνη πικροδάφνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
πικροδάφνη

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πικροδάφνη < μεσαιωνική ελληνική πικροδάφνη < πικρός + δάφνη

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pi.kɾoˈðaf.ni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πι‐κρο‐δάφ‐νη

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

πικροδάφνη θηλυκό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]