πλατύβαθρο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πλατύβαθρο < πλατύ- / πλατύς + βάθρο

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

πλατύβαθρο ουδέτερο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]