πορτ κλε

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πορτ κλε < (λόγιο δάνειο) γαλλική porte-clés / porte-clé / porte clefs

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

πορτ κλε ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]