ποσθίτιδα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ποσθίτιδα οι ποσθίτιδες
      γενική της ποσθίτιδας των ποσθίτιδων
    αιτιατική την ποσθίτιδα τις ποσθίτιδες
     κλητική ποσθίτιδα ποσθίτιδες
Κατηγορία όπως «αρθρίτιδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ποσθίτιδα < πόσθ(η) + -ίτιδα • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  
Η λέξη μαρτυρείται από το 1861

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /posθítiδa/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ποσθίτιδα θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]