πουτανίτσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πουτανίτσα οι πουτανίτσες
      γενική της πουτανίτσας
    αιτιατική την πουτανίτσα τις πουτανίτσες
     κλητική πουτανίτσα πουτανίτσες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πουτανίτσα < πουτάνα + υποκοριστικό επίθημα -ίτσα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

πουτανίτσα θηλυκό

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]