προεγγραφή
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- προεγγραφή < προ- + εγγραφή < ελληνιστική κοινή προεγγράφω
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]προεγγραφή θηλυκό
- η εκ των προτέρων εγγραφή σε κατάλογο, σε λίστα
Συγγενικά
[επεξεργασία]- προεγγράφω
- → και δείτε τις λέξεις προ και εγγράφω
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] προεγγραφή
|
Πηγές
[επεξεργασία]- προεγγραφή - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- προεγγραφή - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)