προνοιάτορες
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /pro.nyˈa.to.res/
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]προνοιάτορες αρσενικό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του προνοιάτορας