προσωπολήπτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο προσωπολήπτης οι προσωπολήπτες
      γενική του προσωπολήπτη των προσωποληπτών
    αιτιατική τον προσωπολήπτη τους προσωπολήπτες
     κλητική προσωπολήπτη προσωπολήπτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
προσωπολήπτης < (ελληνιστική κοινήπροσωπολήπτης

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

προσωπολήπτης αρσενικό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]