πτύσμα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πτύσμα < πτύω

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

πτύσμα ουδέτερο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]