πυροδοτούμαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pi.ɾo.ðoˈtu.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πυ‐ρο‐δο‐τού‐μαι
ομόηχο: πυροδοτούμε

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

πυροδοτούμαι