πόλισμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- πόλισμα < αρχαία ελληνική πόλισμα < πόλις
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πόλισμα ουδέτερο
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] πόλισμα
|