ρινίδι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ρινίδι τα ρινίδια
      γενική του ρινιδιού των ρινιδιών
    αιτιατική το ρινίδι τα ρινίδια
     κλητική ρινίδι ρινίδια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ρινίδι < ρινίζω + -ίδι

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ρινίδι ουδέτερο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]