σημαντήρας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- σημαντήρας < αρχαία ελληνική σημαντήρ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]σημαντήρας αρσενικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] σημαντήρας
|