σημείο δρόσου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- σημείο δρόσου < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική dew point → δείτε τις λέξεις σημείο και δρόσος
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /siˈmi.o ˈðɾo.su/
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]σημείο δρόσου ουδέτερο
- (μετεωρολογία) η θερμοκρασία στην οποία ο αέρας γίνεται κορεσμένος και οι υδρατμοί συμπυκνώνονται σχηματίζοντας δρόσο
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] σημείο δρόσου
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πεύκο' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Πολυλεκτικοί όροι με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Κλίση ουδέτερων πολυλεκτικών όρων με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Πολυλεκτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Μετεωρολογία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)