σκάει ο τζίτζικας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]σκάει ο τζίτζικας
- έχει πολλή ζέστη
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] σκάει ο τζίτζικας
|
σκάει ο τζίτζικας
|