σκοτωμένο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

σκοτωμένο (el) ουδέτερο, ονομαστική, ενικός