σοκολατάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σοκολατάκι τα σοκολατάκια
      γενική
    αιτιατική το σοκολατάκι τα σοκολατάκια
     κλητική σοκολατάκι σοκολατάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
σοκολατάκι < υποκοριστικό του σοκολάτα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

σοκολατάκι ουδέτερο

  • κάθε γλύκισμα που έχει μέγεθος περίπου μιας μπουκιάς και έχει σαν κύριο συστατικό τη σοκολάτα ή είναι καλυμμένο με σοκολάτα

Σημειώσεις

[επεξεργασία]
  • χωρίς υποκοριστική σημασία

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]