στατιστική μηχανική
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]στατιστική μηχανική θηλυκό
- συγκεραστικός κλάδος της στατιστικής και της μηχανικής που χρησιμοποιείται στην κβαντομηχανική