στιλβαδάμας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
στιλβαδάμας < στίλβω + αδάμας

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

στιλβαδάμας αρσενικό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]