στρατηγικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]στρατηγικά < στρατηγικ(ός) + -ά
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /stɾa.ti.ʝiˈka/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : στρα‐τη‐γι‐κά
Επίρρημα
[επεξεργασία]στρατηγικά
- με στρατηγική, με στρατηγικό τρόπο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] στρατηγικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]στρατηγικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους (στρατηγικό) του στρατηγικός
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]στρατηγικά [στρᾰτηγῐκᾰ] με βραχεία κατάληξη
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους (στρατηγικόν) του στρατηγικός
στρατηγικά [στρᾰτηγῐκᾱ] με μακρά κατάληξη
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική δυϊκού, θηλυκού γένους (στρατηγική) του στρατηγικός