συφιλιάζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: σοφιλιάζω

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
συφιλιάζω < σύφιλ(η) + -ιάζω ή σύφιλ(ις) + -άζω

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /si.fiˈʎa.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: συ‐φι‐λιά‐ζω
παρώνυμο: σοφιλιάζω

συφιλιάζω, αόρ.: συφίλιασα, παθ.φωνή: συφιλιάζομαι, μτχ.π.π.: συφιλιασμένος

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]