τετραχλωροαιθυλένιο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]τετραχλωροαιθυλένιο ουδέτερο
- (χημεία): τετραχλωροπαράγωγο του αιθυλενίου
- το τετραχλωροαιθυλένιο είναι οργανική χημική ένωση, σε υγρή μορφή, ιδιαίτερα σταθερή, που χρησιμοποιείται ως καθαριστικό - απολυπαντικό μεταλλικών επιφανειών καθώς και σε κάποιες θεραπευτικές αγωγές.
Συνώνυμα
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] τετραχλωροαιθυλένιο
|