τηλεργάζομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
τηλεργάζομαι < τηλε- + εργάζομαι ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική telework)

τηλεργάζομαι (αποθετικό ρήμα)

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]