τηλεψυχία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]τηλεψυχία θηλυκό
- (σπάνιο) η τηλεπάθεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] τηλεψυχία
|
τηλεψυχία θηλυκό
|